• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
  • English Usage

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
have a look at [sth/sb] v expr (look at)ρίχνω μια ματιά σε κπ/κτ έκφρ
  κοιτάω ρ μ
  (αργκό, μεταφορικά)ρίχνω ένα βλέφαρο σε κπ/κτ έκφρ
 These family photos are great. Have a look at them.
 Οι συγκεκριμένες οικογενειακές φωτογραφίες είναι τέλειες. Ρίξε τους μια ματιά.
have a look at [sth/sb] v expr (examine, inspect)ρίχνω μια ματιά σε κπ/κτ περίφρ
  κοιτάω ρ μ
 Let the doctor have a look at your rash.
 Άφησε το γιατρό να ρίξει μια ματιά στο εξάνθημά σου.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
have a look-see v expr informal (take a quick look at [sth])ρίχνω μια ματιά εκφρ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση have a look στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «have a look».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!